ΣΥΝΤΑΓΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΛΛΑ [ ΤΕΥΧΟΣ Νο 77 ]

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2007

ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΕΡΓΑΤΙΚΑ, ΑΠΕΡΓΙΕΣ, ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Χρόνια τώρα, οι εργάτες αγωνίζονταν για τα δικαιώματα τους, σε δεδομένη δε χρονική στιγμή κέρδισαν μερικά, υποτυπώδη δικαιώματα. Δεν είμαι σίγουρος εάν τα κέρδισαν από μόνοι τους ή τους τα παρεχώρησαν για μικρό χρονικό διάστημα, αλλά όπως και να έχει το πράγμα με τον αγώνα τους κατέφεραν να κερδίσουν κάτι. Μη σας φανεί περίεργο εάν σας πω ότι τα δικαιώματα αυτά τα κέρδισαν εργάτες που δεν ανήκαν στο κομουνιστικό block αλλά εργάτες που ζούσαν και δούλευαν στην Αμερική! Ήταν η 1η Μαΐου όταν στην Αμερική —στην κοιτίδα του μεγάλου κεφαλαίου— μια χούφτα από γενναίους εργάτες κατάφεραν να κινήσουν τις μάζες των εργατών. Χύθηκε μπόλικο αίμα, αλλά τελικά κέρδισαν μερικά αυτονόητα δικαιώματα που σήμερα αρχίζουμε, εμείς να τα παραχωρούμε γρήγορα–γρήγορα, μιας και είμαστε η γενιά της πολυθρόνας. Όταν αυτοί οι άνθρωποι αγωνίζονταν για να κερδίσουν αυτά που εμείς μέχρι σήμερα απολαμβάναμε, δεν κάθονταν στην πολυθρόνα τους, με ένα ποτήρι ουίσκι στα χέρια, ούτε έμεναν κολλημένοι στην οθόνη κάποια κινηματογραφικής αίθουσας.
Κι όμως κανείς από εμάς σήμερα δεν νοιώθει ντροπή καθώς καθόμαστε στις πολυθρόνες μας, χαζεύοντας κάποιους δήθεν διανοούμενους να μας αναλύουν τα ψυχολογικά κάποιον άλλων που παραδίδονται στα «χέρια» των διανοουμένων. Κάποιες «Κατίνες» τηλεπαρουσιάστριες προσπαθούν να μας πείσουν ότι όλα όσα μας λένε είναι ενδιαφέροντα. Τι κάνουμε εμείς; Τίποτα παρακολουθούμε όλες αυτές και αυτούς, από την άλλη όλα τα δικαιώματα μας χάνονται στον βωμό του κεφαλαίου. Οι «λίγοι» έχουν καταλάβει την αδυναμία μας στο να αντιδράσουμε σε όλα αυτά.
Αφού έχουν φθάσει πλέον στο σημείο να καταργούν τα δικαιώματα από τους δημόσιους υπαλλήλους που στο κάτω–κάτω θεωρούνται από τα ισχυρά σωματεία. Μπορεί χρόνια τώρα να ζητάμε την κατάργηση της μονιμότητας που απολαμβάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά πρέπει να σκεφτούμε ότι, αφού μπορούν να βάζουν «χέρι» στα τόσο ισχυρά σωματεία, τότε πόσο μάλλον στα δικαιώματα του ιδιωτικού τομέα. Αυτό που συμβαίνει αυτή την στιγμή δεν είναι παρά ένα μείζων πείραμα των «ολίγων». Εάν τους αφήσουμε να εφαρμόσουν όλα όσα πάνε να εφαρμόσουν στον δημόσιο τομέα, τότε θα τους είναι πολύ εύκολα να τα περάσουν όλα με μεγάλη μάλιστα άνεση και στον ιδιωτικό που φυσικά δεν είναι οργανωμένος όσο ο δημόσιος (τομέας). Όλο αυτό το πείραμα έχει ξεκινήσει εδώ και μερικά χρόνια, βρίσκει δε εφαρμογή από κυβερνήσεις που υποτίθεται ότι είναι «εργατικές», σοσιαλιστικές.
Αυτό φυσικά δεν είναι τυχαίο μιας και ήξεραν καλά ότι μια δεξιά κυβέρνηση στην εξουσία θα ήταν αδύνατον να μπορέσει να εφαρμόσει τόσο σκληρά, αντί–εργατικά μέτρα. Μη ξεχάσουμε το πείραμα που πήγε να εφαρμόσει η κυβέρνηση «δεξιά» κυβέρνηση, του «Κ… Μ…». Δεν κατάφερε τίποτα, ξέρετε γιατί; Μα διότι υποτίθεται ότι ήταν «δεξιά» κυβέρνηση. Φαίνετε λοιπόν ότι η απόφαση των «ολίγων» ήταν να εγκαθιδρύσουν κυβερνήσεις που θα ήταν δήθεν με τις μάζες. Αυτές όμως οι κυβερνήσεις δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να περάσουν νόμους υπέρ των «ολίγων».
Ας μη ξεχνάμε ότι σε όλες σχεδόν τις χώρες τις Ευρώπης, μετά από την δήθεν «Ευρωπαϊκή Ένωση ή Ο. Ν. Ε κλπ», οι κυβερνήσεις ήταν «αριστερών» αποχρώσεων. Έτσι όποιος νόμος έπεφτε στο τραπέζι, όσο αντιλαϊκός και αν ήταν, γίνονταν αμέσως αποδεκτός, επειδή ακριβώς προέρχονταν από «αριστερές κυβερνήσεις. Φυσικά όλα αυτά γίνονταν αποδεκτά μιας και οι λεγόμενοι αντιπρόσωποι των εργατικών μαζών, δεν ήταν παρά πουλημένοι στις κυβερνήσεις των «ολίγων». Άλλωστε μη νομίζετε ότι τυχαία ανταμείβονταν (οι εργατοπατέρες) με μια θέση στην βουλή. Μόλις επιτελούσαν τα καθήκοντα τους, έναντι των «ολίγων», αμέσως συμπεριλαμβάνονταν στο «αριστερό» ψηφοδέλτιο.
Το κακό είναι ότι εμείς οι μάζες, οι εργάτες, δίναμε πάντα τον ψήφο στο εργατοπατέρα που ανήκε στην κυβέρνηση που ήταν στην εξουσία. Πώς είναι δυνατόν ο εργατοπατέρας που έχει την ίδια κομματική «απόχρωση» με το κυβερνών κόμμα να πάει κόντρα με το κόμμα του; Με λίγα λόγια να δεχθεί να υπερασπιστεί τους εργάτες που δήθεν αντιπροσωπεύει; Εδώ και τριάντα χρόνια, οι αντεργατικοί νόμοι περνάνε ο ένας μετά τον άλλον, αφαιρώντας και από ένα κατακτημένο δικαίωμα μας. Έφθασαν στο σημείο να μας αφαιρέσουν ακόμα και το δικαίωμα μας στην ανάπαυση. Άλλαξαν τα ωράρια, τώρα το περισσότερο εργατικό δυναμικό εργάζεται περισσότερες ώρες, χωρίς πλέον να λαμβάνει υπερωρίες, μιας και οι υπερωρίες δίνονται εν είδη αδείας και μάλιστα εάν το επιθυμεί το ίδιο το αφεντικό. Αν αυτό δεν είναι 100% αντεργατικός νόμος, τότε πώς αλλιώς μπορούμε να τον ονομάσουμε; Είδατε ή ακούστε ποτέ εσείς κάποιον εργατοπατέρα να κατεβάζει τα συνδικάτα σε απεργιακές κινητοποιήσεις;
Τότε ποια είναι η χρησιμότητα όλων αυτών των κηφήνων που δήθεν μας αντιπροσωπεύουν. Οι μισθοί μειώνονται, καμιά αντίδραση. Ακόμα και ο μηχανισμός εκλογής του εργατοπατέρα δεν είναι ευρέως γνωστός σε μας τους πολλούς. Ποιοι είναι αυτοί που δίνουν τον ψήφο τους στον «υπερασπιστή» των δικαιωμάτων μας; Πότε γίνονται εκλογές για όλους αυτούς; Το 90% από εμάς αγνοεί τις διαδικασίες.
Θυμάμαι κάποτε ότι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης διέδιδαν ασυστόλως, ότι τα τεχνολογικά επιτεύγματα της επιστήμης, θα είναι υπέρ μας. Θα είναι υπέρ μας καθώς θα μας βοηθούν στο μέλλον να έχουμε ελεύθερο χρόνο. Πείτε μου τώρα εσείς. Έχει κανείς από εσάς ελεύθερο χρόνο για να μπορεί να κάνει ότι θέλει; Να τον διαθέτει (το χρόνο του) όπως αυτός θέλει; Να σας απαντήσω μόνο με μια λέξη; Όχι δεν μπορώ να το κάνω αυτό, το ζήτημα θέλει αρκετή ανάλυση.
Αντί να έχουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο με όλα αυτά τα που μας έχουν σερβίρει, μας τον αφαίρεσαν. Μάλλον για να πούμε την αλήθεια, όλα αυτά τα τεχνολογικά τους επιτεύγματα, απλά μας δημιούργησαν πλασματικές ανάγκες, που για να τα αποκτήσουμε, αναγκαζόμαστε να κάνουμε ότι αυτοί θέλουν. Μπορώ επίσης να σας διαβεβαιώσω ότι δεν έχουμε καμιά πρόσβαση στη πολύ υψηλή τεχνολογία. Αυτή να είστε σίγουροι ότι μπορούν να την απολαύσουν μόνο αυτοί (οι «λίγοι»), μιας και εμείς δεν έχουμε αρκετούς πόρους για να την αποκτήσουμε.
Θα σας ρωτήσω κάτι πολύ απλό. Ένας εργαζόμενος, αγοράζει αυτοκίνητο —μετά από σκληρές οικονομίες—, πάει με αυτό στην δουλειά του γύρο στις οκτώ το πρωί. Το παρκάρει έξω από την δουλειά του. Φεύγει γύρω στις οκτώ το βράδυ. Σας ρωτώ λοιπόν, το αγόρασε μεν, αλλά δεν έχει καθόλου χρόνο για να το χαρεί, άρα προς τι το αγόρασε; Ποια ήταν η ανάγκη αγοράς αυτού του οχήματος; Ακόμα και αυτό που κάποτε λέγαμε Σαββατοκύριακο, σχεδόν μας το αφαιρούν από το λεξιλόγιο μας και από τις συνήθειες μας.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τους εμποροϋπαλλήλους. Ξεκινάνε από την Δευτέρα και δουλεύουν μέχρι αργά το Σάββατο, εν μέρει τους μένει η μισή Κυριακή. Λέω μισή μιας και οι περισσότεροι από αυτούς ξυπνάνε αργά το μεσημέρι οπότε η μισή μέρα έχει χαθεί. Από το σπίτι τους δεν βγαίνουν μιας και επιζητούν την ξεκούραση, το μόνο λοιπόν που τους μένει είναι «Δουλειά–Σπίτι και Σπίτι Δουλειά». Πολύ φοβάμαι δε ότι τα πράγματα οδηγούνται στο να τους αφαιρέσουν ακόμα και το δικαίωμα τις ξεκούρασης της μισής μέρας που είναι η Κυριακή.
Η δικαιολογία τους για να εφαρμόσουν όλους αυτούς τους νόμους, είναι μια και μοναδική. Το κάνουν δήθεν για το κοινό καλό. Αλλά τους ρωτάω, ποιο είναι το κοινό; Το κοινό δεν είναι οι πολλοί; Αν από τους πολλούς αφαιρούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα, τότε για ποιου καλό μιλάμε; Επίσης για να μπορέσουν να πείσουν τις μάζες για όλα όσα εφαρμόζουν, βάζουν να «μιλάνε» οι λεγόμενοι μορφωμένοι, καθηγητές κλπ. Αυτοί όλοι μιλάνε πχ για το εργατικό δίκαιο, αλλά είναι ιστορικοί, είναι ψυχολόγοι, αλλά και οι νομικοί που είναι επιφορτισμένοι να κάνουν κάτι τέτοιο και αυτοί ακόμη μιλούν για άσχετα πράγματα.
Δυστυχώς όμως, τα δικαιώματα μας δεν μπορούν να διεκδικηθούν από καθηγητές με παχυλούς μισθούς, με βολεμένους στο σύστημα, που μιλούν εκ του ασφαλούς, μέσα από το πανάκριβο σαλόνι με τα έπιπλα που φέρουν υπογραφές επωνύμων καλλιτεχνών. Τα δικαιώματα μας ο μόνος που μπορεί να τα διεκδικήσει είναι ο ίδιος ο εργαζόμενος, όχι όμως αυτός που θα μας αντιπροσωπεύσει να είναι εξ’ επαγγέλματος διεκδικητής.
Βέβαια θα μου πείτε, αφού ακόμα και οι καθηγητές —αυτοί οι άσχετοι— να μη μιλήσουν, αυτοί θα βρουν σαν δικαιολογία την νομολογία των Βρυξελλών και κατά συνέπεια της Commission. Εμείς όμως θα έπρεπε να είμαστε πιο υποψιασμένοι, να τους κάνουμε μια και μοναδικοί ερώτηση. «Τι θα πει Commission; Αφού μας αφαιρεί κεκτημένα δικαιώματα, εμείς δεν την παραδεχόμαστε (την Commission)». Γιατί θα πρέπει να έχει βαρύνουσα σημασία η Commission για εμάς; Πρέπει να ξέρετε ότι όλα όσα γίνονται, γίνονται με βάση τα δικά τους συμφέροντα.
Έφθασαν μάλιστα σε σημείο να καταργούν ακόμα και το δικαίωμα της απεργίας, έφθασαν σε σημείο να καταργήσουν ακόμα και τις διαπραγματεύσεις που κάποτε γίνονταν για τις συλλογικές συμβάσεις, μεταξύ εργοδοτών και εργατών. Όσο καταφέρνουν να μας αφαιρούν κεκτημένα δικαιώματα μας, τόσο πιο πολύ αποθρασύνονται και ζητούν άλλα τόσα. Μπορείτε να μου πείτε κάτι; Αν πριν μερικά χρόνια, έλεγαν στους τραπεζοϋπαλλήλους να εργαστούν τα απογεύματα, τα Σάββατα ή ακόμα–ακόμα και τις Κυριακές, τι θα συνέβαινε; Μπορώ να σας απαντήσω με μια και μοναδική λέξη. «Χαμός», τίποτα παραπάνω, αλλά και τίποτα λιγότερο.
Παρ’ όλα αυτά, σήμερα τα καταφέρνουν χωρίς να ανοίξει ούτε «μύτη». Είναι πραγματικά τρομερό, αλλά μας έχουν αποκοιμίσει τελείως, ακόμα και τα συνδικάτα που κάποτε τα λέγαμε πανίσχυρα. Λίγες μέρες πριν ακόμα γράψω τούτες τις γραμμές, έγινε ένα συνέδριο με τους ιδιοκτήτες των τραπεζών. Ε λοιπόν ούτε λίγο, αλλά ούτε πολύ τα «αφεντικά» των τραπεζών δήλωσαν ότι πολύ σύντομα θα προχωρήσουν σε μείωση προσωπικού, αλλά και ότι οι τράπεζες θα πρέπει να εργάζονται μέχρι αργά το απόγευμα —ακολουθώντας το ίδιο ωράριο με τους εμποροϋπαλλήλους, ώστε να μπορούν οι καταναλωτές να εξυπηρετούνται.
Το περίεργο όμως σε όλα αυτά που συμβαίνουν είναι, ότι που θα βρίσκουν σε λίγο καταναλωτές ώστε να καταναλώνουν τα προϊόντα που αυτοί θα παράγουν, αφού οι περισσότεροι από εμάς δεν θα κάνουν τίποτα άλλο από το να δουλεύουμε συνέχεια. Αλλά είναι και κάτι άλλο ακόμα πιο περίεργο. Όλες τους οι επιχειρήσεις δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να απολλύουν υπαλλήλους, όλοι αυτοί οι άνεργοι που δημιουργούνται, πώς θα είναι σε θέση να καταναλώνουν; Ίσως να μην ενδιαφέρονται για την κατανάλωση των τεχνολογικών επιτευγμάτων εκ μέρους των μαζών, ίσως για αυτό φρόντισαν να έχουν στην κατοχή τους τον έλεγχο των τροφίμων, πιο συγκεκριμένα της βιομηχανίας τροφίμων.
Σε όλο το σύστημα τους, επικρατεί ο συγκεντρωτισμός, είναι ορατός ο συγκεντρωτισμός τους, γιατί ακόμα και οι επιχειρήσεις που «στήνουν» είναι μεγάλες και όχι διασκορπισμένες. Ξέρουν ότι όταν πια επικρατήσει το πλήρες «σκοτάδι», η πείνα, τότε θα πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχουν και να προστατεύουν αυτές τους τις επιχειρήσεις από βανδαλισμούς. Ξέρουν καλά ότι η πείνα είναι κακός σύμβουλος, άρα εάν είχαν διάσπαρτες τις επιχειρήσεις τους, θα ήταν πολύ δύσκολο να τις προστατέψουν. Για αυτό βλέπουμε να κατασκευάζουν μεγάλα εμπορικά κέντρα, που μέσα τους εδρεύουν επιχειρήσεις μεγαθήρια. Οι μάζες μπορούν να μπαίνουν μέσα σε τέτοια εμπορικά κέντρα και να βρίσκουν τα πάντα, άλλωστε οι Εβραίοι κάποτε έλεγαν: «… ο πελάτης δεν πρέπει να φεύγει ποτέ πριν ψωνίσουν». Όλα αυτά είναι μέσα στα σχέδια τους. Κανείς από εμάς, τα φρικτά καταναλωτικά όντα δεν μπορεί να σκεφτεί ότι μέσα στα εμπορικά κέντα–φυλακές, εργάζονται κάποιοι από εμάς, κάποιοι σαν και εμάς. Δεν αντιδρούμε, όταν εφαρμόζουν ωράρια που είναι εξοντωτικά για τους «φυλακισμένους» μέσα εκεί υπαλλήλους. Το μόνο που θα μπορούσαμε να κάνουμε, είναι να μη πάμε για ψώνια τις ώρες του διευρυμένου ωραρίου, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν υπάρχει φωτιά, δίπλα από το σπίτι μας, δεν θα αργήσει να φθάσει και στο δικό μας, εάν δεν φροντίσουμε να βοηθήσουμε ώστε να σβήσει.
Έτσι θα πρέπει να βλέπουμε τις καταστάσεις, εάν θέλουμε να κερδίσουμε και πάλι τα δικαιώματα μας, όποια και αν είναι αυτά. Δεν πρέπει να αφήσουμε τους προγόνους μας —που στο κάτω–κάτω θυσιάστηκαν για να μπορέσουν να ζήσουν λίγο πιο ανθρώπινα. Δεν έχουμε το δικαίωμα να υποθηκεύσουμε το μέλλον των παιδιών μας. Πρέπει να ξέρετε ότι όλα όσα χάνουμε σήμερα, θα έχουν αντίκτυπο και στα παιδιά μας. Οι «λίγοι» πάντα φροντίζουν όχι μόνο για τα δικά τους δικαιώματα, αλλά και για τα δικαιώματα των παιδιών τους. Γιατί λοιπόν να μη πράξουμε και εμείς το ίδιο;
Ας πάψουμε πλέον να είμαστε θεατές στο ίδιο το έργο, που είμαστε οι πρωταγωνιστές. Δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για άλλοθι, έχουμε μάθει να μην κοιτάμε τον εαυτόν μας κατάματα. Όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, δεν είμαστε αμέτοχοι. Το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης το έχουμε εμείς οι μάζες. Δεν μπορούμε κάθε φορά να προβάλουμε, το ίδιο εύκολο πάντα άλλοθι, λέγοντας: «… μα τι μπορούμε να κάνουμε; Αφού το λέει ο νόμος;». Τι πάει να πει νόμος; Σας ρωτώ; Ποιοι κόβουν και ράβουν τους νόμους; Με ρώτησε, σας ρώτησε κανείς από αυτούς όταν έφτιαχνε τους νόμους; Ασφαλώς όχι, άρα δεν έχω και δεν έχετε καμιά υποχρέωση να τους δεχτείτε και να τους δεχτώ. Για να δεχτούμε τους νόμους, θα πρέπει και αυτοί με την σειρά τους, να δέχονται εμάς, αφού υποτίθεται ότι φτιάχνονται σύμφωνα με τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου, φτιάχνονται για να μας προστατεύουν και όχι να γίνονται όργανα απλής καταπίεσης μας.
Αλλά βλέπετε ακόμα και αυτούς που δήθεν ψηφίζουμε για να μας εκπροσωπούν και να υπηρετούν τα συμφέροντα μας, αυτοί οι ίδιοι είναι που το μόνο που κάνουν όταν ανεβαίνουν στην εξουσία, είναι να βρίσκουν τρόπους το πώς θα αρπάξουν από εμάς δικαιώματα για να τα παραδώσουν στους «λίγους».
Ας έρθουμε στο δικαίωμα του απεργεί. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα μας όπλα, ενάντια στην καταπίεση που υφιστάμεθα από τους «λίγους». Στην αρχή προσπαθούσαν να μας τα αφαιρέσουν (τα όπλα της απεργίας), με τα δικά τους όπλα που δεν ήταν άλλα από τους αστυνομικούς τους. Έτσι όμως έχαναν μέρες, τα κέρδη τους, για κάθε μέρα που χάνονταν, μειώνονταν, έως ότου τα όργανα τους καταφέρουν να πνίξουν την απεργία στο αίμα. Τελικά ότι δεν μπορούσαν να καταφέρουν δια των πραγματικών όπλων, τα κατάφεραν πληρώνοντας μερικούς «βούτυρο–μπεμπέδες» δημοσιογράφους, παρουσιαστές, που στην ζωή τους δεν έχουν ποτέ εργασθεί. Μη ξεχνάμε ότι μόλις πριν δέκα περίπου χρόνια, κάθε φορά που εκδηλώνονταν μια απεργία, που συνοδεύονταν από κάποια πορεία, οι βούτυρο–μπεμπέδες, ωρύονταν και καλά ότι παρέλυσε η ζωή όλων των άλλων εργαζομένων. Αλλά όταν επρόκειτο για κάποια πληρωμένη καλά, εκδήλωση που έκοβε κάθε κίνηση δεν έλεγαν τίποτα. Μόνο όταν οι φτωχοί εργάτες έκαναν πορεία, τότε και μόνο τότε ενοχλούσαν όλους τους άλλους. Κανείς όμως από αυτούς δεν μίλησε για καλά αμειβόμενους τραγουδιστές, που παρουσιάζουν παραστάσεις στο κέντρο της Αθήνας ή οποιασδήποτε άλλης πόλης, μη επιτρέποντας κάποιους άλλους εργαζόμενους να πάνε στην δουλειά τους και να υφίστανται ταλαιπωρίες μιας και οι συγκοινωνίες διακόπτονταν. Το μόνο που ήθελαν ήταν να κάνουν τους υπόλοιπους κλάδους που δεν ελάμβαναν μέρος στην απεργία, να αγανακτήσουν ενάντια αυτών που διεκδικούσαν κάποια δικαιώματα.
Πρέπει να σας πω ότι τα κατάφεραν οι βούτυρο–μπεμπέδες, μιας και οι απεργίες πλέον θεωρούνται ξεπερασμένες. Πιστεύω ότι το Κ. Κ. Ε άδικα προσπαθεί να κάνει απεργιακές κινητοποιήσεις μιας ακόμα και αυτό το εργατικό κόμμα το έχουν παρουσιάσει σαν κάτι ξεπερασμένο, λες και οι ιδέες είναι ή μάλλον ανήκουν στην σφαίρα της μόδας. Μας έχουν μάθει όλα να τα βλέπουμε κάτω από το πρίσμα των αριθμών και του λεγόμενου life style.
Δεν σας κάνει εντύπωση ότι κάθε φορά που συμβαίνει μια καταστροφή, είτε φυσική, είτε προερχόμενη από ανθρώπινη παρέμβαση και έχουμε κάτι εκατοντάδες νεκρούς, τότε παρατηρούμε το εξής. Στις ειδήσεις πχ μας λένε μεν για τους εκατοντάδες νεκρούς και άστεγους κλπ, αλλά το μεγαλύτερο βάρος το ρίχνουν στα πόσα δισεκατομμύρια θα στοιχίσουν όλοι αυτοί οι νεκροί. Τα πάντα κινούνται γύρο από τα ποσά που ίσως θα χαθούν από τους ο»λίγους». Κανένα όμως βάρος δεν ρίχνετε στην ανθρώπινη πλευρά, για τις οικογένειες που χάθηκαν, για τα παιδιά που χάθηκαν, τίποτα, το ενδιαφέρον μας πρέπει να το επικεντρώσουν στα χρηματικά ποσά και όχι στους ανθρώπους.
Τα ίδια και χειρότερα συμβαίνουν και στις απεργίες. Κανείς δεν μιλάει για τον σκοπό που γίνετε η απεργία. Όλοι μιλούν (οι δημοσιογράφοι) για τους δρόμους που κλείνουν, για αυτούς που κάποιοι άλλοι βάζουν να κάνουν φασαρίες, να κάψουν μερικούς κάδους δηλαδή, έτσι ώστε οι λεγόμενη κοινή γνώμη να στραφεί κατά των απεργών. Με αυτούς τους ανίερους τρόπου κατάφεραν να κάνουν τα δικαιώματα μας, σκουπίδια.
Όσο για τα δικαιώματα μας; Ε, αυτά είναι ανύπαρκτα. Κανένα δικαίωμα που αφορά εμάς δεν μπορεί να περάσει. Τα δικαιώματα, όσα υπάρχουν, ανήκουν μόνο στους έχοντες και κατέχοντες. Τα δικά μας είναι θαμμένα κάτω από τα πολυτελή κουστούμια των βούτυρο–μπεμπέδων δημοσιογράφων. Μαζί με τα «πάκα» των χρημάτων που παίρνουν έχοντας θαμμένα τα δικά μας δικαιώματα ανάμεσα στα «πάκα» των χρημάτων.
Οι προηγούμενες γενιές πολέμησαν για αυτά τα δικαιώματα, έχυσαν τοπ αίμα τους, αλλά βρέθηκαν σήμερα οι βούτυρο–μπεμπέδες (δημοσιογράφοι) για να ξεπλύνουν γρήγορα–γρήγορα τα αίματα που ακόμα αχνίζουν πάνω στις πλάκες των πεζοδρομίων. Αυτοί λοιπόν οι παραφουσκωμένοι, σαν γαλοπούλες, δημοσιογράφοι, βγάζουν από τα καλά ραμμένα σακάκια τους, τα μάτσα των χρημάτων που έχουν εισπράξει και με αυτά σκουπίζουν κάθε ίχνος από το αίμα των παππούδων μας. Βλέπεις όλοι αυτοί προέρχονται από οικογένειες που είχαν τον τρόπο τους. Δεν έχουν εργασθεί ποτέ, παρά το μόνο που κάνουν είναι να εξυπηρετούν τα συμφέροντα όλων εκείνων που τους θρέφουν. Βέβαια υπάρχουν και κάποιοι από αυτούς που τυχαία βρέθηκαν στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και προέρχονται από την μάζα, για να αναδειχθούν όμως ασχολήθηκαν στην αρχή με προβλήματα κοινωνικά, αλλά ακόμα και αυτό το κάνουν προς ίδιο όφελος ώστε να αποκομίσει την εύνοια των μεγάλων αφεντικών. Έτσι ενώ στην αρχή δείχνουν να υπερασπίζονται τα δικαιώματα μας, μόλις κάνουν την επαφή τους με τα μεγάλα αφεντικά, τότε η εικόνα τους αλλάζει και οι μάζες γίνονται αυτές που δεν έχουν δικαιώματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: